- εκτοκύκλιο
- το1. το έκτο μέρος τού κύκλου, το ένα έκτο του2. ειδικό γωνιομετρικό όργανο, ο εξάς, ο εξάντας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εξάντας — Όργανο για τη μέτρηση της γωνίας μεταξύ δύο στόχων. Χρησιμοποιείται, ιδιαίτερα στη ναυσιπλοΐα, για τον προσδιορισμό του ύψους των αστέρων από τον ορίζοντα. Ο ε. περιλαμβάνει έναν κυκλικό τομέα με βαθμονομημένο χείλος, ο οποίος έχει άνοιγμα 60,… … Dictionary of Greek